ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΓΔΟΟ: ΜΙΑ ΚΟΥΒΕΝΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΓΡΗΓΟΡΙΟ.

Είναι κρίμα που το υλικό για να γίνει μια αντικειμενική παρουσίαση της πραγματικής ζωής του Φρανσουά Βιγιόν είναι τόσο φτωχό που, από ιστορικής άποψης, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ανύπαρκτο. Ξέρουμε αλήθεια λίγα πράγματα για τα πρώτα χρόνια του Άρχοντα Φρανσουά, αφ’ενός από κάποιες εξομολογήσεις, που θα πρέπει πάντα να ερμηνευτούν με χιούμορ και καλή διάθεση, και αφ’ετέρου από αυστηρά αρχεία γραμμένα από κάποιους που μάλλον δεν είχαν τον ρακένδυτο ποιητή σε μεγάλη εκτίμηση. Απ’ τη ζωή του, στις μέρες που αυτό το χρονικό περιγράφει, υπάρχουν τόσο λίγα να βρεις -μα τόσο πολλά να ψάξεις.

Η σιωπή του Κομινί μπορεί να εξηγηθεί με χίλιους τρόπους. Πιθανή επαγγελματική ζήλια ενός υπουργού σε έναν άλλο που σε τόσο λίγο χρόνο έκανε τόσα πολλά τόσο καλά, πιθανή άγνοια για τα πραγματικά γεγονότα- γιατί είναι σχεδόν σίγουρο ότι ο Βασιλιάς Λουδοβίκος κρατούσε τα καλαμπούρια του και τις συνέπειές τους για τον εαυτό του- ή τέλος, ίσως γιατί ο Κομινί ένοιωσε ότι η αυστηρότητά του δεν του επέτρεπε την εξιστόρηση μιας τόσο υπερβολικής και εξωτικής ιστορίας

Ο καλός Άρχοντας Κλεμέντ Μαρό, όταν ανέλαβε, γενιές αφού ο ποιητής μας είχε γίνει σκόνη και στάχτες, να εκδώσει τα έργα του, είπε πολλά υμνώντας τον τραγουδιστή, μα λίγα -γιατί προφανώς λίγα ήξερε - για τη ζωή του.

Όμως ακόμα και ο μέγας δημιουργός του Πανταγκρουέλ και του Γαργαντούα ο μεγαλειώδης Αλκοφριμπάς Νασιέρ -που ο κόσμος αγαπά ή μισεί σαν Ραμπελέ- αντί να μας διαφωτίσει λίγο περισσότερο γιά τα έργα και τις ημέρες του Φρανσουά Βιγιόν, μας πήγε απ΄ το κακό στο χειρότερο.

Θα ήμασταν πραγματικά σε αδιέξοδο αν δεν ήταν το Ποϊτού και η Μονή του Μπον Αβεντούρ, της οποίας η βιβλιοθήκη είναι πλούσια σε ιστορικά χειρόγραφα της εποχής, και ακόμα πλουσιότερη εξαιτίας αυτού του ανεκτίμητου χειρόγραφου του πατέρα Γρηγόριου, το οποίο πραγματεύεται γενικότερα την εκκλησιαστική ιστορία του Ποϊτού κατά τον δέκατο πέμπτο αιώνα, και στο οποίο ασχολήθηκε τόσο λεπτομερώς και τόσο ανοιχτόμυαλα με τη ζωή του Φρανσουά Βιγιόν -ίσως γιατί ο Άρχοντας Φρανσουά στα γεράματά του ήταν μεγάλος ευεργέτης της εκκλησίας.

Δυστυχώς όμως ο χρόνος φέρθηκε βάναυσα στο απαλό δέρμα της περγαμηνής πάνω στην οποία ο καλός πατέρας Γρηγόριος κατέγραψε τις σκέψεις και τις απόψεις του -σε αξιοσημείωτο εύρος- καθώς και το σκηνικό των γεγονότων -πολύ λίγων σε αριθμό- με τα οποία καταδέχτηκε να διαφωτίσει τους μεταγενέστερους . Πολλά κομμάτια της περγαμηνής λείπουν από το έργο και το μεγαλύτερο κενό στην ιστορία είναι ακριβώς στο σημείο που ο ήρωας μας βρίσκεται τόσο ξαφνικά και τόσο παράδοξα στην εύνοια του βασιλιά και –εξίσου ξαφνικά και παράδοξα- στην εύνοια της κυράς του. Έχουμε βέβαια μερικά θαυμάσια κηρύγματα του άξιου καλόγερου προς τιμήν της διαγωγής και της στάσης του Άρχοντα Φρανσουά Βιγιόν τον καιρό της απροσδόκητης ανέλιξής του. Μετά από μια ευγενική επίκληση πολλών αγίων και αγγέλων -την αφρόκρεμα της παρέας του παραδείσου- ο πατέρας Γρηγόριος, με έξοχη ευθύτητα εκθειάζει τον κόμη του Μονκορμπιέ για το λαμπρό παράδειγμα που δίνει στους συνανθρώπους του. Ήταν -μας λέει ο άξιος κληρικός- ένας άνδρας που, έχοντας περάσει το άνθος της νιότης του στην αθλιότητα και σε κάθε είδους κακία, κράτησε κατά μια έννοια την ασπράδα της ψυχής του και διατήρησε το φως της ουράνιας φλόγας -αχνό πράγματι, μα άσβεστο- στο βωμό της καρδιάς του. Πόσοι άνδρες, ρωτά ο πατέρας Γρηγόριος, που στην ταπεινότητά τους ονειρεύτηκαν πως θα μπορούσαν -κάτω από πιο ευνοϊκά άστρα- να καταφέρουν μεγάλες πράξεις και να κερδίσουν αξιομνημόνευτες τιμές, θα δείχνονταν -αν έπρεπε να το αποδείξουν- τόσο έξοχοι στην ευημερία τους όσο ονειρεύτηκαν στην δυστυχία τους; Ο Άρχοντας Φρανσουά Βιγιόν, συνεχίζει, είναι το πιο ωραίο παράδειγμα που ξέρει εκείνος, αφού -έχοντας πάντα μεγάλη πίστη στον εαυτό του όταν έπρεπε- απέδείξε ότι η πίστη του στηρίζονταν, όχι στην κινούμενη άμμο της ματαιοδοξίας, μα στον συμπαγή γρανίτη της καλής πίστης και στα ανεκτίμητα δόγματα της εκκλησίας.

Από όλα αυτά διακρίνουμε, σαν μέσα από ομίχλη, ότι ο Άρχοντας Φρανσουά Βιγιόν, ως κόμης του Μοντκορμπιε αποδείχτηκε συνεπής στην εικόνα που παρουσίασε -εν αγνοία του- στον μασκαρεμένο ηγεμόνα. Αλλά οι σελίδες στις οποίες ο πατέρας Γρηγόριος εκθέτει λεπτομερώς όλα όσα ο Άρχοντας Φρανσουά Βιγιόν έκανε, είπε και σκέφτηκε κατά τη διάρκεια της εκπληκτικής του δοκιμασίας, είναι δυστυχώς χαμένες για τη μονή του Μπον Αβεντούρ και κατά συνέπεια για τον κόσμο. Όχι λιγότερες απο έξι σελίδες αφιερωμένες από το προσεκτικό χέρι του πατέρα Γρηγόριου σ΄αυτήν την αξιομνημόνευτη εποχή, χάθηκαν από το πολύτιμο χειρόγραφο. Ο επιστάτης της βιβλιοθήκης της μονής θα σας πει με δάκρυα στα μάτια, ότι αυτές οι σελίδες χάθηκαν κατά τη διάρκεια της καταιγίδας της Γαλλικής Επανάστασης, μα οι ταξιδιώτες στη Γαλλία γνωρίζουν πολύ καλά την τάση των εκκλησιαστικών βιβλιοθηκάριων να αποδίδουν όλα τα κακά στην εποχή της μεγάλης αναστάτωσης, για να πάρουν στα σοβαρά τον ισχυρισμό. Παρόλα αυτά συνέβη, οι σελίδες χάθηκαν, και εκεί -όσον αφορά εμάς- τελειώνει το θέμα.

Όμως, μπορούμε να συγκεντρώσουμε -από μεταγενέστερες δηλώσεις του πατέρα Γρηγόριου και από προφορικές παραδόσεις που ακόμη συναντάμε εδώ κι εκεί στους δρόμους του Ποϊτού- αρκετό υλικό που μας επιτρέπει -με κάποια σχετική ακρίβεια- να γνωρίζουμε τι κατάφερε ο Άρχοντας Φρανσουά Βιγιόν ως κόμης του Μοντκορμπιε σ΄αυτές τις επτά μέρες μεγαλείου, που ο «εξαπατημένος» βασιλιάς του προσέφερε . Ξέρουμε λοιπόν, πως ο Λουδοβίκος βρήκε έναν θαυμάσιο σύμβουλο, ψύχραιμο, προσεκτικό και συνετό, και πως, κατά την περίοδο της υπουργίας του Βιγιόν, ο μονάρχης της Γαλλίας ακολούθησε τις συμβουλές του με μια πίστη η οποία -εάν πράγματι στηριζόταν στην προληπτική προσκόληση των προσταγών των άστρων- αποδείχτηκε εντούτοις πλήρως δικαιολογημένη, λόγω της ευστροφίας, της διορατικότητας και της εκπληκτικής γνώσης της ανθρώπινης φύσης που διέθετε ο Μεγάλος Αυλάρχης του. Ξέρουμε ακόμη πως αποδείχτηκε εξίσου καλός πολιτικός όσο και στρατιώτης , άξιος στο σχεδιασμό του πολέμου όσο και της ειρήνης . Η γνώση των απομνημονευμάτων του Καίσαρα και η κλίση του στη στρατηγική, τον προίκισαν με ευγλωτία και αντίληψη τέτοια, ώστε απέκτησε τεράστια φήμη ανάμεσα στο στράτευμα και κέρδισε τελικά την καρδιά των πιό γενναίων στρατιωτών του βασιλιά που, αν και δύσπιστοι στην αρχή, τον ακολούθησαν στις μάχες με μεγάλη θέρμη –όπως ακριβώς οι πατεράδες τους την Παρθένα της Ορλεάνης.

Καθώς ο ποιητής μας έπαιζε αυτούς τους δύο ρόλους, χειρίζοταν τις υποθέσεις του τόσο επιδέξια που έδειχνε να παιζει μόνο έναν -και μάλιστα αυτόν του επιβλητικά μεγαλοπρεπή αυλικού. Άν τα πρωϊνά ήταν αφιερωμένα στα συμβούλια με το βασιλιά και τους αρχιστράτηγους, αν τα μεσημέρια ήταν αφιερωμένα στην έγκριση διαταγμάτων και την θέσπιση νόμων -που όλοι είχαν σκοπό να βελτιώσουν τις συνθήκες ζωής των πολιτών του Παρισιού- τα απογευματά και οι λαμπερές καλοκαιρινές νύχτες ήταν αφιερωμένες στις απολαύσεις των αρχόντων της Αυλής. Μαθαίνουμε για γλέντια ,συμπόσια , χορούς και διασκεδάσεις, παρελάσεις, παιχνίδια και μασκαράτες, κάθε μία από τις οποίες επισκίαζε με την λάμψη της την προηγούμενη. Ακόμα όμως και αυτό, φαίνεται πως το έκανε –όχι τυχαία- μα με έναν πολύ ειδικό σκοπό. Μαθαίνουμε πως έβαλε πολλούς στρατιώτες του να εγκαταλείψουν το Παρίσι και να ζητήσουν στέγη μέσα στις γραμμές του δούκα της Βουργουνδίας προσποιούμενοι τους λιποτάκτες του αποδυναμωμένου βασιλιά -και κάθε ένας απ΄ αυτούς είχε την ίδια ιστορία να πεί στα εύπιστα αυτιά του εχθρού. Ότι δηλαδή, ο νέος ευνοούμενος του βασιλιά ήταν σπάταλος και χαζός και δεν είχε κανένα σκοπό στη ζωή πέρα από το να σκαρώνει στιχάκια, να κουρδίζει λαούτα, να αδειάζει μπουκάλια και να τσιμπάει τα άφράτα μπράτσα των κοριτσιών στους χορούς του βασιλιά. Φήμες οι οποίες δημιούργησαν –με κάθε βεβαιότητα- στο μυαλό του δούκα της Βουργουνδίας την εντύπωση που ήθελε ο Βιγιόν και οδήγησε στα αποτελέσματα για τα οποία ευτυχώς ξέρουμε περισσότερα, καθώς το χειρόγραφο του πατέρα Γρηγόριου συνεχίζει στην έβδομη μέρα της θαυμαστής βδομάδας του Άρχοντα Φρανσουά.

Επίσης μαθαίνουμε από τον πατέρα Γρηγόριο -που παρόλο κληρικός, δείχνει να έχει μια αδυναμία στην καρδιά του για τα θέματα της αγάπης – ότι κατά τη διάρκεια αυτών των επτά ημερών, η φιλία του Βιγιόν και της Κατερίνας ωρίμασε γρήγορα και ότι όλη η αυλή παρακολουθούσε με ενδιαφέρον -και ο κύριος Νοέλ λε Ζολί με αυξανόμενη οργή- το θέριεμα ενός μεγάλου και όμορφου πάθους. Αλλά φαίνεται πως ο Άρχοντας Βιγιόν , είτε από φόβο μήπως βιαστεί, είτε από επιθυμία να κρατήσει για το τέλος την πιο γλυκιά στιγμή της βασιλείας του, δεν έκανε καμμία προσπάθεια να δηλώσει τα αισθήματά του ή να μάθει τι θέση είχε στην καρδιά της λαίδης Κατερίνας εώς την τελευταία μέρα –η οποία θα του εξασφάλιζε πιθανόν την σωτηρία του.





ΑΝ ΗΜΟΥΝ ΒΑΣΙΛΙΑΣ