ΕΠΙΛΟΓΟΣ.

Σε αυτό το σημείο, η διήγηση του Πατέρα Γρηγόριου –όπως ασφαλώς ξέρουν οι λιγοστοί μελετητές των χειρογράφων του Αββαείου του Μπον Αβεντούρ- παύει να ασχολείται με τα έργα και τις ημέρες του άρχοντα Φρανσουά Βιγιόν, γιά να παραθέσει μερικά φιλοσοφικά συμπεράσματα σε σχέση με τον χαρακτήρα του Λουδοβίκου του 11ου –του επονομαζόμενου και Συνετού.

Αυτό που ο Πατέρας Γρηγόριος εξετάζει με προσοχή, είναι οι πραγματικές προθέσεις του μονάρχη απέναντι στον Φρανσουά Βιγιόν και την Κατερίνα της Βωσέλ. Πολλοί επικριτές του βασιλιά υποστηρίζουν πως οι πραγματικά κακόβουλες προθέσεις του εμποδίστηκαν μονάχα από την αυξανόμενη λαϊκή αγανάκτηση και την απειλή μιάς γενικευμένης εξέγερσης. Άλλοι αντιθέτως, που ισχυρίζονται πως έχουν μελετήσει περισσότερο τον χαρακτήρα του προληπτικού βασιλιά, θεωρούν ότι είχε πράγματι την διάθεση να στείλει τον άρχοντα Βιγιόν στην αγχόνη –ή τουλάχιστον στην εξορία- μα το έξυπνο ψέμα του ποιητή σχετικά με το αστέρι που έπεσε στην γη, ήχησε την κατάληλη στιγμή στα αυτιά του Λουδοβίκου και τον έκανε να πιστέψει ότι το όνειρο είχε ερμηνευτεί και η προφητεία είχε πιά εκπληρωθεί. Όπως αναφέρει με ύποπτη επιμονή ο σεβάσμιος Πατήρ Γρηγόριος, πολλοί υποστηρίζουν ότι ο άρχοντας Φρανσουά χρησιμοποίησε εσκεμμένα αυτές τις λέξεις, με σκοπό να αγγίξει την ευαίσθητη χορδή του βασιλιά. Μα υπάρχουν επίσης και άλλοι, προσθέτει ο Πατέρας Γρηγόριος –και συμπεραίνουμε απ’τα λεγόμενά του ότι συγκαταλέγει και τον εαυτό του ανάμεσά τους- που θεωρούν την αδιαλαξία του Λουδοβίκου ψεύτικη και ότι ο μονάρχης σκάρωσε αυτήν την χοντροκομμένη φάρσα με σκοπό να δώσει ένα καλό μάθημα στον αλαζόνα ποιητή και στην υπεροπτική κοπέλα• και δεν είχε ποτέ σκοπό να τιμωρήσει ούτε τον έμπορο των στίχων, ούτε την γενναία παρθένα της Βωσέλ.

Εξετάζοντας το θέμα από αυτή την σκοπιά, η συμπάθεια του Πατέρα Γρηγόριου γιά τον θεσμό της μοναρχίας και τις συνέπειες των ηγεμονικών καπρίτσιων είναι δικαιολογημένη, λόγω της βαρύτητας που είχε ο θεσμός γιά έναν ιερέα της εκκλησίας την εποχή που γράφονται αυτά τα κείμενα• εποχή πολύ διαφορετική όσον αφορά στα ήθη και στους κοινωνικούς κανόνες από τα ταραγμένα χρόνια που θα ακολουθήσουν.

Σίγουρα κάποιοι θα προτιμούσαν ο καλός Πατέρας Γρηγόριος να είχε αφήσει κατά μέρος αυτούς τους φιλοσοφικούς στοχασμούς και να μας είχε διηγηθεί τι απέγινε ο Φρανσουά Βιγιόν και η Κατερίνα της Βωσέλ μετά τον ένθερμο εναγκαλισμό τους σε εκείνο το ξέφωτο του Παρισιού, κάτω από το βλέμμα του Λουδοβίκου, ανάμεσα στις ζητωκραυγές του πλήθους και τους άνθρώπους του Τριστάν που ξέστηναν βιαστικά την άχρηστη κρεμάλα.

Μα σε αυτό το σημείο, ο Πατέρας Γρηγόριος σωπαίνει. Η καταστροφή των περγαμηνών ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό γιά αυτή την σιωπή. Ίσως η έλλειψη ενδιαφέροντος γιά τον έγγαμο βίο -που απορρέει απ’το εκκλησιαστικό του αξίωμα- να είναι ένας ακόμα παράγοντας γιά αυτή του την σιωπή. Μπορούμε μόνο να συγκεντρώσουμε κάποιες αόριστες πληροφορίες από διάφορες άλλες πηγές, σύμφωνα με τις οποίες ο ποιητής και η αγαπημένη του εγκαταστάθηκαν σε ένα μικρό αγροτόσπιτο στην κομητεία του Ποϊτού, έζησαν μιά ήσυχη, αγροτική ζωή μέχρι τα βαθειά τους γεράματα και είχαν έναν ήσυχο, αγροτικό θάνατο. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι βρήκαν την ευτυχία, διότι εκείνος ήταν ένας συνεπής ερωτευμένος και εκείνη μιά αξιολάτρευτη και τίμια γυναίκα.




ΑΝ ΗΜΟΥΝ ΒΑΣΙΛΙΑΣ